Σε περασμένη ανάρτηση η Ελευθερία αναφέρθηκε στους υπο-εαυτούς.
Ας ανατρέξουμε στο διάλογο που μας μετέφερε κι ας φανταστούμε ότι περιέγραψε μια εικόνα.
Ένας άνθρωπος όρθιος, στη μέση ενός δωματίου, και οι υπο-εαυτοί του γύρω γύρω να του μιλούν όλοι μαζί, να τον τραβάνε από δω κι από κει.
Σίγουρα ένα από τα συναισθήματα αυτού του ανθρώπου εκείνη την ώρα θα μπορούσε να είναι η σύγχυση. Ο άνθρωπος της ιστορίας μας ίσως νιώθει αβοήθητος, ακινητοποιημένος, στην περίπτωση που οι υπο-εαυτοί λειτουργούν ως αντίρροπες δυνάμεις - δεν τον πάνε κάπου.
Έστω τώρα ότι ο άνθρωπός μας αποστασιοποιείται από αυτή τη σύγχυση, βάζει τους υπο-εαυτούς σε μία σειρά, να μιλάνε ένας ένας, τους ρωτάει τι θέλουν και τι δε θέλουν, τους βάζει σε διάλογο, τον οποίο και καταγράφει.
Όταν αυτή η διεργασία είναι επιτυχημένη ή όταν υπάρχει παράλληλα η κατάλληλη εμψύχωση, το τοπίο φαίνεται να ξεκαθαρίζει και κάποια στιγμή γίνεται σαφές ότι μπορούμε να κρατήσουμε κάτι από κάθε υπο-εαυτό.
Είναι πολύ πιθανό, ωστόσο, στη διάρκεια αυτής της διεργασίας και της στροφής στον εαυτό – με την έννοια της ενδοσκόπησης, της εξοικείωσης με τον εαυτό μας – να έρθουμε σε επαφή με κάποιο κομμάτι μας, με κάποιον υπο-εαυτό μας, που μας στεναχωρεί, μας αγχώνει και πιστεύουμε ότι δεν τον θέλουμε, δε μας αρέσει.
Συχνά, άλλωστε, επισκεπτόμαστε τον ειδικό κι έχουμε έτοιμο το αίτημά μας: «θέλω να μην είμαι έτσι, θέλω να αλλάξω αυτό, δε μου αρέσει».
Όταν ανακαλύπτουμε ή ερχόμαστε σε πιο κοντινή επαφή με κάποιον υπο-εαυτό μας που δεν μας αρέσει, είναι σύνηθες να ενεργοποιούνται μηχανισμοί προκειμένου να αμυνθούμε – είτε απωθούμε την πληροφορία είτε μένουμε στις ενοχές μας είτε προβάλλουμε τον εγωισμό μας και υπερασπιζόμαστε στους άλλους αυτό το κομμάτι μας.
Είναι σημαντικό να έρθω σε πλήρη επαφή και με τους υπο-εαυτούς μου που με αγχώνουν, με τρομάζουν. Και να καταλάβω ότι όλοι οι υπο-εαυτοί είναι χρήσιμοι, γιατί είμαι εγώ. Εγώ δεν είμαι μόνο ο κάθε υπο-εαυτός μου που αναδύεται και συνδιαλέγεται τη δεδομένη στιγμή. Δεν είμαι μόνο ο σκληρός υπο-εαυτός, ο συντροφικός, ο αδιάφορος, ο συγκαταβατικός κοκ..
Είμαι η αλληλεπίδραση των υπο-εαυτών μου. Αφού δεχτώ ότι και αυτή η πλευρά μου υπάρχει και είναι δική μου, μπορώ πλέον να σκεφτώ γιατί επιλέγω (ή αφήνω) να αναδυθεί ο κάθε υπο-εαυτός μου τη δεδομένη στιγμή, τι θέλει να μου πει, τι κρατάω από αυτόν και τι μπορώ ή θέλω να αλλάξω.
Και κάπως έτσι, ο μαέστρος συνεχίζει να συντονίζει την ορχήστρα, με σκοπό μια μελωδικότερη – πρώτα πρώτα στα δικά του αυτιά – μουσική.
Ας ανατρέξουμε στο διάλογο που μας μετέφερε κι ας φανταστούμε ότι περιέγραψε μια εικόνα.
Ένας άνθρωπος όρθιος, στη μέση ενός δωματίου, και οι υπο-εαυτοί του γύρω γύρω να του μιλούν όλοι μαζί, να τον τραβάνε από δω κι από κει.
Σίγουρα ένα από τα συναισθήματα αυτού του ανθρώπου εκείνη την ώρα θα μπορούσε να είναι η σύγχυση. Ο άνθρωπος της ιστορίας μας ίσως νιώθει αβοήθητος, ακινητοποιημένος, στην περίπτωση που οι υπο-εαυτοί λειτουργούν ως αντίρροπες δυνάμεις - δεν τον πάνε κάπου.
Έστω τώρα ότι ο άνθρωπός μας αποστασιοποιείται από αυτή τη σύγχυση, βάζει τους υπο-εαυτούς σε μία σειρά, να μιλάνε ένας ένας, τους ρωτάει τι θέλουν και τι δε θέλουν, τους βάζει σε διάλογο, τον οποίο και καταγράφει.
Όταν αυτή η διεργασία είναι επιτυχημένη ή όταν υπάρχει παράλληλα η κατάλληλη εμψύχωση, το τοπίο φαίνεται να ξεκαθαρίζει και κάποια στιγμή γίνεται σαφές ότι μπορούμε να κρατήσουμε κάτι από κάθε υπο-εαυτό.
Είναι πολύ πιθανό, ωστόσο, στη διάρκεια αυτής της διεργασίας και της στροφής στον εαυτό – με την έννοια της ενδοσκόπησης, της εξοικείωσης με τον εαυτό μας – να έρθουμε σε επαφή με κάποιο κομμάτι μας, με κάποιον υπο-εαυτό μας, που μας στεναχωρεί, μας αγχώνει και πιστεύουμε ότι δεν τον θέλουμε, δε μας αρέσει.
Συχνά, άλλωστε, επισκεπτόμαστε τον ειδικό κι έχουμε έτοιμο το αίτημά μας: «θέλω να μην είμαι έτσι, θέλω να αλλάξω αυτό, δε μου αρέσει».
Όταν ανακαλύπτουμε ή ερχόμαστε σε πιο κοντινή επαφή με κάποιον υπο-εαυτό μας που δεν μας αρέσει, είναι σύνηθες να ενεργοποιούνται μηχανισμοί προκειμένου να αμυνθούμε – είτε απωθούμε την πληροφορία είτε μένουμε στις ενοχές μας είτε προβάλλουμε τον εγωισμό μας και υπερασπιζόμαστε στους άλλους αυτό το κομμάτι μας.
Είναι σημαντικό να έρθω σε πλήρη επαφή και με τους υπο-εαυτούς μου που με αγχώνουν, με τρομάζουν. Και να καταλάβω ότι όλοι οι υπο-εαυτοί είναι χρήσιμοι, γιατί είμαι εγώ. Εγώ δεν είμαι μόνο ο κάθε υπο-εαυτός μου που αναδύεται και συνδιαλέγεται τη δεδομένη στιγμή. Δεν είμαι μόνο ο σκληρός υπο-εαυτός, ο συντροφικός, ο αδιάφορος, ο συγκαταβατικός κοκ..
Είμαι η αλληλεπίδραση των υπο-εαυτών μου. Αφού δεχτώ ότι και αυτή η πλευρά μου υπάρχει και είναι δική μου, μπορώ πλέον να σκεφτώ γιατί επιλέγω (ή αφήνω) να αναδυθεί ο κάθε υπο-εαυτός μου τη δεδομένη στιγμή, τι θέλει να μου πει, τι κρατάω από αυτόν και τι μπορώ ή θέλω να αλλάξω.
Και κάπως έτσι, ο μαέστρος συνεχίζει να συντονίζει την ορχήστρα, με σκοπό μια μελωδικότερη – πρώτα πρώτα στα δικά του αυτιά – μουσική.