Τα γεγονότα που ζήσαμε όλοι – ο καθένας με τον δικό βαθμό συμμετοχής – φέτος το χειμώνα στην Ελλάδα στάθηκαν αφορμή για πολλές σκέψεις και προβληματισμούς.
Το αρχικό μούδιασμα της είδησης του θανάτου του 15χρονου Αλέξη Γρηγορόπουλου διαδέχτηκε το δέος μπροστά στις πράξεις καταστροφής.. Κι έπειτα, παρακολουθήσαμε όλοι τα παιδιά μας, έφηβους, μαθητές γυμνασίου και λυκείου, φοιτητές, να ξεσηκώνονται στους δρόμους και να αμφισβητούν..
Ίσως, ο γονιός, ο δάσκαλος, ο καθηγητής να ένιωσε αμήχανα, μην ξέροντας πώς να διαχειριστεί αυτό τον εφηβικό θυμό και την αμφισβήτηση των παιδιών για τον κόσμο στον οποίο καλούνται να ζήσουν.
Αποφεύγοντας κανείς να παγιδευτεί στην τρομο-λαγνεία που ενίοτε εκπέμπουν σε τέτοιου είδους περιστάσεις τα ΜΜΕ, αξίζει να δει λίγο πιο πέρα από το προφανές. Και να ακούσει τι κρύβεται πίσω από την οργή αλλά και τον φόβο των σημερινών νέων.
Τα αίτια των θυμωμένων διαδηλώσεων των νέων θα μπορούσαν να συνοψιστούν στο παρακάτω σύνθημα: «μη ρίχνετε δακρυγόνα, κλαίμε κι από μόνοι μας».
Τα παιδιά μας έχουν ήδη αντιληφθεί την ανακολουθία της γενιάς που τα μεγαλώνει.
Από τη μία απαιτούμε από τους νέους να υπακούν στους θεσμούς και τους διδάσκουμε το σεβασμό στο δίκαιο, ενώ από την άλλη παρακολουθούν ένα δημόσιο βίο που χαρακτηρίζεται από τη διαφθορά κι ακούν από παντού «αν δεν έχεις μέσον, άστο καλύτερα».
Τα βάζουμε σε έναν αγώνα δρόμου από το σχολείο στο φροντιστήριο, με ενδιάμεσο σταθμό τις ξένες γλώσσες και τα καλούμε να «κάνουν υπομονή μέχρι να περάσουν στο πανεπιστήμιο», αλλά συγχρόνως τα καταδικάζουμε να ζουν σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που όλα γυρνάνε γύρω από τις επιδόσεις και τους βαθμούς τους, με την ανεργία στους πτυχιούχους να αυξάνεται διαρκώς και την προοπτική συνταξιοδότησης να φαίνεται άπιαστο όνειρο.
Τα παιδιά μας ακούνε να μιλάμε για την σημασία των διαπροσωπικών σχέσεων και την αξία της οικογένειας, ενώ την ίδια στιγμή βλέπουν τους γονείς τους να μη βρίσκουν χρόνο να ασχοληθούν μαζί τους και κατακλύζονται από πρότυπα που δίνουν σημασία μόνο στο χρήμα και το κέρδος.
Αυτές τις μέρες καταδικάσαμε αμέσως τις όποιες εκδηλώσεις βίας, ωστόσο έχουμε αφήσει τα παιδιά μας να μεγαλώνουν με μια τηλεόραση όπου η βία βρίσκεται σε ημερήσια διάταξη και με παιχνίδια που συχνά απενοχοποιούν την όποια βίαιη πράξη. Τα δε κρούσματα ενδοοικογενειακής βίας, σωματικής ή συναισθηματικής, αυξάνονται..
Οι σημερινοί έφηβοι, οι νέοι γύρω μας, έχουν μάθει να ακούν ότι ζουν σε «χαλεπούς καιρούς», έχουν μάθει ότι θα δουλεύουν για 750 ευρώ, ότι θα ζήσουν σε δικό τους σπίτι μετά τα 30 τους, ότι θα δυσκολευτούν να βρουν δουλειά παρά τα δύο πτυχία τους..
Εκεί εδράζεται τόσο ο θυμός όσο και ο φόβος τους. Αυτό λένε οι διαδηλώσεις τους, διεκδικούν το δικαίωμά τους να έχουν δικαιώματα, το δικαίωμά τους να φαίνονται.. Στρέφονται εναντίον της γενιάς που τα μεγαλώνει και τα διδάσκει, ενώ παράλληλα τα προδίδει και τα παραδίνει στο χάος και την ασάφεια. Και ζητούν από αυτή τη γενιά, από την πολιτεία, τους γονείς τους, τους δασκάλους τους, από όλους μας, να τα ακούσουμε..
Η κρίση πια φαίνεται να απομακρύνεται – ή τουλάχιστον να αμβλύνεται σε πρώτη ανάγνωση. Πριν γυρίσουμε όλοι στην καθημερινότητά μας, προσποιούμενοι ότι δεν συμβαίνει τίποτα, ας αναλογιστούμε πως θα μπορέσουμε να μάθουμε κάτι από τα πρόσφατα γεγονότα, πώς θα μπορέσουμε να κάνουμε ευκαιρία αυτή την κρίση. Κι ας δούμε με αφορμή αυτό, ο καθένας την προσωπική του ευθύνη.
Η ευθύνη για το πώς έχει διαμορφωθεί ο κόσμος μας αφορά όλους. Ας επανεξετάσει ο καθένας μας το δικό του μερίδιο προσωπικής ευθύνης κι ας επιλέξει τη στάση του ώστε να δημιουργήσει ξανά δεσμούς εμπιστοσύνης κι εγγύτητας με αυτή τη γενιά.
Ας ακούσουμε λοιπόν την κραυγή αγωνίας των παιδιών, χωρίς να βρισκόμαστε απέναντί τους, αλλά δίπλα τους.
Ας προσπαθήσουμε να έρθουμε πιο κοντά τους, να τους δώσουμε το χώρο που ζητάνε κι ας επιχειρήσουμε να τα πείσουμε ότι όντως ενδιαφερόμαστε για αυτά.
Ας τα βοηθήσουμε να βιώσουν το πένθος της εν ψυχρώ δολοφονίας ενός συνομηλίκου τους, κι ας μην επιτρέψουμε αυτό το πένθος να γίνει πένθος και για τα ματαιωμένα εφηβικά τους όνειρα.
Ας επικοινωνήσουμε ξανά με τα παιδιά μας, στο σχολείο, το σπίτι, τις γειτονιές, ας προσπαθήσουμε να τα ακούσουμε για να τα καταλάβουμε.. κι ας τα ενθαρρύνουμε να μας αμφισβητήσουν..
Αντισταθείτε σ’ αυτόν που χτίζει ένα μικρό σπιτάκι και λέει: καλά είμαι εδώ..
..............................
..ως και σε μένα, σε μένα ακόμα που σας ιστορώ αντισταθείτε.
Τότε μπορεί βέβαιοι να περάσουμε προς την Ελευθερία.
(Μ. Κατσαρός, Κατά Σαδδουκαίων, 1953)